Συνάντηση του Δ.Σ του Σ.Ε.Μ.Μ-Θ με στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών του Υ.Π.ΕΝ

Την Τετάρτη 5 Ιουνίου 2019 πραγματοποιήθηκε συνάντηση με στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών και παρόντες τον κο. Πέτρο Τζεφέρη – Προϊστάμενο της Γ.Δ.Ο.Π.Υ, κο. Σπυρίδωνα Τζίμα, Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Λατομείων Μαρμάρων και Αδρανών Υλικών, την κα. Ευφροσύνη Βαρβιτσιώτη, Προϊσταμένη της Δεύθυνσης Ανάπτυξης και Πολιτικής, στελέχη από τις παραπάνω διευθύνσεις καθώς και στελέχη από την Διεύθυνση Μεταλλευτικών, Ενεργειακών και Βιομηχανικών Ορυκτών . Τον Σύνδεσμο εκπροσώπησαν η κα. Κωνσταντίνα Λαζή-Αναγνωστοπούλου –Πρόεδρος-, ο κος. Παναγιώτης Ηλιόπουλος –Αντιπρόεδρος-, ο κος. Χαράλαμπος Αλμπανόπουλος –Γενικός Γραμματέας- και ο κος. Αναστάσιος Νικολαίδης – Μέλος του Δ.Σ.

Η ατζέντα της συζήτησης επικεντρώθηκε στα κάτωθι:

Α) ΠΠΔ & εσωτερική/εξωτερική οδοποιϊα

Μετά την ψήφιση του Ν.4014/11 και σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 2, η έγκριση επέμβασης παύει να ισχύει σαν αυτοτελής διοικητική πράξη και ενσωματώνεται στην Α.Ε.Π.Ο. Αυτό είχε ως συνέπεια την απλοποίηση της διαδικασίας καθώς με μια διοικητική πράξη δίνονταν άδεια τόσο για την κύρια δραστηριότητα (ερευνητικές εργασίες) όσο και για το συνοδό έργο αυτής (δρόμος πρόσβασης, εξωτερική και εσωτερική οδοποιία). Παράλληλα δεν υπήρχε η υποχρέωση δάσωσης ή αναδάσωσης έκτασης ίσου εμβαδού με αυτή που καταλάμβανε ο δρόμος, σύμφωνα με τον Ν.4409/16, άρθρο 41 παρ.7.

Προκειμένου να απλοποιηθεί περαιτέρω η διαδικασία, εκδόθηκε η Υ.Α 46294/08-08-2013 (ΦΕΚ 2001/Β/2013) με την οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις της απόφασης περί υπαγωγής σε ΠΠΔ μιας ερευνητικής λατομικής δραστηριότητας (γεώτρηση ή εκσκαφή). Η απόφαση αυτή αποτελεί και έγκρισης επέμβασης. Στην παρ. 2 του άρθρου 1 της ανωτέρω Υ.Α ορίζεται ότι στο πεδίο εφαρμογής της δεν υπάγονται άλλα έργα και δραστηριότητες που τυχόν απαιτούνται για την υλοποίηση του έργου. Αυτό έχει σαν συνέπεια αντί να επιταχυνθούν οι διαδικασίες να διαπιστώνεται μια τεράστια καθυστέρηση καθώς πρώτα απαιτείται η αδειοδότηση της αιτούμενης λατομικής εκμετάλλευσης και μετά να ακολουθηθεί η διαδικασία των ΠΠΔ για τη διάνοιξη του δρόμου(εσωτερική και εξωτερική οδοποιϊα). Μια διαδικασία που μετά την ψήφιση του Ν.4280/14 και την τροποποίηση του Ν.998/79, άρθρο 45 παρ. 4 του 998/79, έγινε ακόμη περισσότερο χρονοβόρα, στερώντας στις επιχειρήσεις του κλάδου το αγαθό της ερευνητικής διαδικασίας στους χώρους για την εξεύρεση κοιτασμάτων.

Β) Eγγυητικές επιστολές & τρόπος καταβολής και υπολογισμού

Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία αρ. 55 Ν.4512/2018 ο εκμεταλλευτής ενός λατομείου μαρμάρων υποχρεούται να εκδώσει προς την οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση, εγγυητική επιστολή ισόποση με το προϋπολογισθέν κόστος αποκατάστασης του λατομικού χώρου το οποίο προβλέπεται στην Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Ορων (ΑΕΠΟ) της εκμετάλλευσης.

Η καταβολή του ποσού αυτού υπό τη μορφή εγγυητικής επιστολής δεν λαμβάνει χώρα εφάπαξ αλλά επιμερίζεται χρονικά συναρτήσει της συνολικής διάρκειας λειτουργίας της λατομικής εκμετάλλευσης (Υ.Α ΦΕΚ 2909/Β/19.7.2018). Με τον τρόπο αυτό ο Νομοθέτης προσβλέπει στη δημιουργία προϋποθέσεων βιώσιμης ανάπτυξης και αειφορίας συσχετίζοντας τη λειτουργία της εκμετάλλευσης και την πρόοδο του έργου με το ποσό της εγγυητικής που πρέπει να είναι κατατεθειμένο.

Σε αντίθεση όμως με αυτή την κατεύθυνση δημιουργίας προϋποθέσεων βιώσιμης ανάπτυξης, το τελευταίο διάστημα από ορισμένες Δασικές υπηρεσίες έχει αυξηθεί υπέρμετρα ο υπολογισμός του ποσού της εγγυητικής επιστολής που πρέπει να κατατεθεί για μία λατομική εκμετάλλευση, κυρίως λόγω προσαυξήσεων του προϋπολογισμού με βάση τα τιμολόγια εργασιών (ΑΤΑΕ, ΑΤΟΕ …), εργολαβικού οφέλους και απρόβλεπτων εξόδων, επιπλέον του πραγματικού κόστους αποκατάστασης που είναι υποχρέωση του εκμεταλλευτή.

Ως αποτέλεσμα έχουν αυξηθεί τα χρηματο-οικονομικά έξοδα έκδοσης της αντίστοιχης εγγυητικής τα οποία εκτιμώνται περίπου σε 3% του συνολικού ποσού της εγγυητικής ανά έτος. Δηλαδή, μετά από 40 έτη, τα οποία αποτελούν μία μέση διάρκεια λειτουργίας ενός λατομείου μαρμάρων, τα χρηματο-οικονομικά έξοδα τα οποία θα κληθεί να πληρώσει ο εκμεταλλευτής προς τα τραπεζικά ιδρύματα έρχονται να διπλασιάσουν το προϋπολογισθέν κόστος αποκατάστασης.

Οι παραπάνω αυξήσεις οι οποίες αφορούν επιβαρύνσεις πέραν του πραγματικού κόστους των εργασιών αποκατάστασης του περιβάλλοντος καταστρέφουν την όποια προϋπόθεση βιώσιμης ανάπτυξης και αειφορίας προσέβλεπε να δημιουργήσει ο Νομοθέτης αφού στραγγαλίζουν την δημιουργία νέων λατομικών εκμεταλλεύσεων κυρίως από μικρο-μεσαίες λατομικές επιχειρήσεις χωρίς κανένα πραγματικό όφελος για το περιβάλλον.

Ο ΣΕΜΜΘ κατέθεσε υπόμνημα με τις προτάσεις και νομοθετικές παρεμβάσεις για την επίλυση των ανωτέρω ζητημάτων και θα επανέλθει αμέσως μετά τις εθνικές εκλογές προς την νέα διοίκηση του Υπουργείου.